Δευτέρα 8 Αυγούστου 2011

Η ΜΑΓΕΙΑ ΣΤΟΝ ΟΜΗΡΟ

Η ΜΑΓΕΙΑ ΣΤΟΝ ΟΜΗΡΟ
Ο μάγισσες του Ομήρου Για τή "λιόξανθη Αγαμήδη", πού αναφέρεται στήν Ιλιάδα (Λ, 739- 741), ό Όμηρος μάς μεταφέρει λόγια του Νέστορα. Ο ήρωας αυτός διηγείται πώς σκότωσε τόν Μούλιο, ήρωα τών Έπειών, λαού τής Ήλιδας πού είχε ηγέτη τόν Έπειό, τόν κατασκευαστή τού Δούρειου Ίππου. Αναφερόμενος λοιπόν στό Θύμα του, ό Νέστορας δηλώνει: Πρώτος εγώ τόν Μούλιο σκότωσα, τρανό κονταρομάχο, και πήρα τά μονόνυχα άτια του. Γαμπρός τού Αυγεία λογιόταν, κι είχε τήν πιό μεγάλη κόρη του, τή λιόξανθη Άγαμήδη, που κατείχε όσα βγαίνουν βότανα στης γης τα πλάτη επάνω.
Τό μόνο λοιπόν πού μάς λέει ό 'Όμηρος γιά τήν Άγαμήδη είναι τι ήταν ειδική στα μαγιοβότανα, και ξέρουμε πως αυτά τα φάρμακα μπορούσαν επίσης νά είναι δηλητήρια. Ή μάγισσα αυτή κάνει λοιπόν μια φευγαλέα εμφάνιση, και δεν αφήνει πίσω της παρά την εικόνα της όμορφης ξανθομαλλούσας. Στήν Οδύσσεια (δ, 219-232) είναι ή σειρά της Ελένης νά χρησιμοποιήσει τις φαρμακευτικές της γνώσεις για να ανακουφίσει τη θλίψη τού Τηλεμάχου, πού έχει φθάσει ως τό παλάτι τού Μενελάου, αναζητώντας τόν πατέρα του, τόν Οδυσσέα: Καί τότε ή Ελένη άλλα στοχάστηκε, τού γιου τού Κρόνου ή κόρη. Κάποιο βοτάνι επήρε κι, έριξε μές στό κρασί πού έπιναν, ξαρρωστικό του πόνου, ανέχολο, λησμονικό της πίκρας μές στό κροντήρι σάν τό σύσμιγαν καί τό 'πινε κανένας άπ' τήν αυγή ώς τό βράδυ θά 'μενε μέ αδάκρυτα τά μάτια, ακόμα κι αν τυχόν του πέθαιναν μητέρα και πατέρας τό γιό του ακόμα γιά τ' αδέρφι του μπροστά του εκεί αν σκοτώναν μέ τό χαλκό, καί μέ τά μάτια του τά ίδια άν θωρούσε εκείνος.
Τέτοιας λογής βοτάνια φύλαγε θαυματουργά ή Ελένη, ξαρρωστικά. Τα είχε απ' την Αίγυπτο, της Πολύδαμνας δώρο, τής γυναικός τού Θώνα. Αρίφνητα φυτρώνει ή γής κει πέρα, μισά ξαρρωστικά, αξεδιάλλεχτα, μισά φαρμακωμένα. Εκεί γιατρός είναι καθένας τους, καί τούς ανθρώπους όλους περνούν στήν τέχνη αυτή, τί ή φύτρα τους άπ' τόν Παιηόνα σέρνει. Χώρα τής μαγείας, ή Αίγυπτος είναι επίσης πατρίδα τής Ιατρικής, καί ό Παίων είναι ό Θεός πού θεραπεύει, χρησιμοποιώντας βοτάνια. Ο Ηρόδοτος αναφέρει τό νηπενθές καί τό άχολον, βότανα πού χρησιμοποιεί καί ή Ελένη γιά νά «καταπραΰνει τόν πόνο» καί νά «εμποδίσει τή χολή», όπως υποδηλώνουν τά ονόματα τους.
Το ομηρικό έπος χαρακτηρίζει την Ελένη «κόρη του Δια», αμέσως πρίν νά περιγράψει πώς περιέθαλψε τόν Τηλέμαχο. Πρόκειται γιά διακριτικό τρόπο υπογράμμισης του σχεδόν θεϊκού χαρακτήρα των θεραπευτικών ικανοτήτων. Τό ίδιο, μιλώντας γιά άλλη μάγισσα, στήν οποία μάλιστα αφιερώνει πολλούς στίχους, επισημαίνει ότι είναι κόρη τού Ηλίου καί μιας Ωκεανίδας νύμφης: πρόκειται γιά τήν Κίρκη (Οδύσσεα κ, 138-139).
Ή Κίρκη εμφανίζεται στή ραψωδία η, στ. 446-448 τής Οδύσσειας, μέ φευγαλέο αλλά χαρακτηριστικό τρόπο. Ο Οδυσσέας παραλαμβάνει, από τά χέρια τής Αρήτης, τής γυναίκας τού βασιλιά τών Φαιάκων Αλκινόου, ένα κιβώτιο γεμάτο πολύτιμα δώρα. Η βασίλισσα τόν συμβουλεύει νά ασφαλίσει τό σκέπασμά του, δένοντάς το μέ κόμπο πού θά απέκλειε κάθε απόπειρα κλοπής. Κι ό ποιητής προσθέτει: Τά λόγια τούτα ό θείος, πολύπαθος σάν άκουσε Οδυσσέας, πήρε και σφάλισε το σκέπασμα και με πιδέξιο κόμπο, πού τού 'χε μάθει ή Κίρκη κάποτε, μεμιάς τό σφιχτοδένει. 'Η παρατήρηση αυτή έχει τή σημασία της, γιατί ή τέχνη τού Έλληνα μάγου έγκειται ακριβώς στή γνώση τών «καταδέσμων».
 Ή Κίρκη παρουσιάζεται, άλλωστε, ως δεινή υφάντρα, πράγμα που αποδεικνύει τήν ικανότητά της στό πλέξιμο τών νημάτων. Ο Οδυσσέας διέτρεχε λοιπόν σοβαρότατο κίνδυνο, όταν ή Κίρκη προσπαθούσε νά τόν κρατήσει όμηρο «στό παλάτι τής Αϊας» (Οδύσσεια ι, 31-32).
Πού όμως κατοικεί ή Κίρκη, καί από πού έρχεται; Ο ποιητής τό διευκρινίζει (ό. π., κ, 139-149), στό σημείο όπου ό Οδυσσέας, μετά τίς περιπέτειές του στή χώρα τών Λαιστρυγόνων, παραπλέει τίς Ιταλικές ακτές γιά νά προσορμιστεί στό νησί τής Αϊας: Κι ανοίξαμε πανιά καί φύγαμε μέ πικραμένα σπλάχνα, εμείς γλιτώνοντας τό θάνατο, χωρίς τούς συντρόφους μας. Σ' ένα νησί κατόπι εφτάσαμε, τήν Αΐα. Κει πέρα ή Κίρκη ζούσε, θεά τρανή, ωριοπλέξουδη και με ανθρωπίσιο λάλο, κι ομόσπλαχνη αδερφή τού πίβουλου τού Αιήτη, τί κι οι δυό τους τήν Πέρση κάτεχαν γιά μάνα τους, τού Ωκεανού τήν κόρη.
Η μάγισσα Κίρκη, λοιπόν, πού παίζει τόσο σημαντικό ρόλο στό μύθο τών Αργοναυτών, είναι αδελφή τού βασιλιά τής Κολχίδας, τού φύλακα τού Χρυσόμαλλου Δέρατος, καί θεία μίας άλλης μάγισσας, τής Μήδειας. Καί οι δυό αυτές μάγισσες θά προσπαθήσουν νά ικανοποιήσουν, μέ μάγια, τίς ερωτικές τους επιθυμίες.
 Οι σύντροφοι τού Οδυσσέα ανακαλύπτουν σέ μιά μικρή κοιλάδα τό «πετροπελεκητό» παλάτι τής Κίρκης, «ξεστοίσιν λάεσσι» καί βλέπουν νά τούς προϋπαντούν χαρούμενοι λύκοι καί λιοντάρια,. Πρόκειται γιά άνδρες τούς οποίους ή θεά είχε μαγέψει μέ βότανα και είχε μεταμορφώσει σε άγρια θηρία... Όρθιοι, μπροστά στην πόρτα τού σπιτιού, οί νεοφερμένοι «άκουαν πού μέ γάργαρη φωνή τραγούδαε ή Κίρκη μέσα, μεγάλο ώς ύφαινε κι αθάνατο πανί».
Ο σύντροφος τού Οδυσσέα Πολίτης, γοητευμένος από αυτήν τή φωνή, καλεί τήν οικοδέσποινα. Κι ή Κίρκη: Τις θύρες άνοιξε τις λιόφωτες μέ βιάση, κι ‚όπως εβγήκε, τούς κάλεσε νά μπουν. Ανήξεροι τήν ακολουθήξαν‚ όλοι, καί μόνο ό Ευρύλοχος απόμεινε, τί οσμίστη κάποιο δόλο. Κι ώς τούς συνέμπασε, τούς έδωκε σκαμνιά, θρονιά νά κάτσουν, καί σέ κρασί άπ' τήν Πράμνη ανάδευε μαζί τυρί ξυσμένο, μέλι ξανθό καί κριθάλευρο, καί μέσα εκεί τούς ρίχνει κακά βοτάνια, τήν πατρίδα τους γιά πάντα νά ξεχάσουν. Κι ώς τούς τό κέρασε καί τό άδειασαν, σέ μιά στιγμή τούς δίνει μιά μέ τό ραβδί της, καί τούς έκλεισε στά χοιρομάντρια μέσα. Χοίρου κορμί απόχτησαν όλοι τους, φωνή, κεφάλι, τρίχες, μόνο πού κράτησαν αθόλωτο τό νου τους ώς καί πρώτα. Κι εκεί πού μαντρισμένοι εμύρουνταν, ή Κίρκη, γιά νά φάνε έριξε κράνα, πρινοβέλανα μπροστά τους καί βαλάνια, τι άλλη τροφή οι χαμοκοιτάμενοι δε συνηθούνε χοίροι.
Τίποτε, αλήθεια, δεν λείπει από αυτό τό μαγικό εγχείρημα: σαγηνευτική φωνή, μαγικό ποτό καί μαγικό ραβδί, ταχύτητα στή σύλληψη και την εκτέλεση της μαγγανείας. Ο Οδυσσέας πληροφορείται από τόν Ευρύλοχο τήν παράξενη περιπέτεια των συντρόφων του και αποφασίζει να τους ελευθερώσει. Συναντάει, ευτυχώς, τόν θεό Ερμή, πού έχει πάρει τή μορφή νεαρού κι αυτός τού δίνει ένα αντίδοτο γιά νά εξουδετερώσει τά μάγια τής Κίρκης (Οδύσσεια κ, 275-311). Καί ό Ερμής κρατάει στό χέρι ένα χρυσό ραβδί. Είναι νέος, ωραίος, καλός καί πρόθυμος νά βοηθήσει τόν Οδυσσέα. Στήν αρχή προσπαθεί νά τόν καθησυχάσει: Ωστόσο Θέλω άπ' τά βάσανα νά σέ γλιτώσω τούτα. Να πάρε αυτό το καλοβότανο και κράτα το στης Κίρκης σά μπεις, νά σκέπει τό κεφάλι σου, κακή ώρα νά μή σέ βρει. Τις πονηριές της Κίρκης άκουσε μιαν άκρη ως άλλη τώρα: Πιοτό θά σού ετοιμάσει, βάζοντας κακά βοτάνια μέσα, μα κι έτσι εσένα δε θα πιάσουνε τα μάγια, δε θα αφήσει τό καλοβότανο πού σού 'δωκα.
Νά σού τά πώ όμως όλα: Μόλις ή Κίρκη πάρει τό μακρύ ραβδί της καί σέ κρούσει, γοργά το κοφτερό ξεγύμνωσε σπαθί απ' το μερί σου κι απά στήν Κίρκη χίμα, ώς νά 'θελες νά πάρεις τή ζωή της. Κι αυτή θά φοβηθεί. Σάν έπειτα σού πει νά κοιμηθείτε, πια της θεάς τον έρωτα εσύ μην τον αρνείσαι, αν θέλεις νά λευτερώσει τούς συντρόφους σου καί νά γνοιαστεί καί σένα. Μα τόν τρανό τών τρισμακάριστων ν' αμώσει πές της όρκο, πώς δέ θά βάλει πιά άλλο κακό γιά σέ στό νου της, Νά μή σού πάρει αντρειά καί δύναμη, σά γυμνωθείς ομπρός της. Αυτά είπε ό Αργοφονιάς.
Τό βότανο μετά ανασπά άπ' τό χώμα, κι όπως μου Το 'δωκε, μου εξήγησε και ποια τα φυσικά του: ή ρίζα μελανιά, μά κάτασπρος ό ανθός του, σάν τό γάλα. Μώλυ οι θεοί τό λένε. Δύσκολο θνητός νά τ' ανασπάσει από τη γης, μονάχα αθάνατοι, τι αυτοί μπορούν τα πάντα. Μετά γιά τόν τρανό τόν Όλυμπο κινούσε ό Ερμής νά φύγει τό δασωτό νησί διαβαίνοντας. Κι εγώ τραβώ στής Κίρκης...
Στό επεισόδιο αυτό διαπιστώνουμε πώς τά όπλα γιά τήν αντιμετώπιση της μαγείας δεν τα προσφέρει πάντοτε, αποκλειστικά, η ίδια η μαγεία. Ορισμένα από τά όπλα αυτά τά προσφέρει απλούστατα ή φύση, ώστε νά αναρωτιόμαστε κι εμείς, σάν τόν δόκτορα Φρόυντ, πώς είναι δυνατόν, τά άσπρα, σάν τό γάλα, λουλούδια νά αρκούν γιά νά ηρεμήσει ή ερωτευμένη Κίρκη...
Πρόσφατη έρευνα έδειξε πώς μικρά παιδιά πού παρακολούθησαν τα ερωτικά παιχνίδια ενός ζευγαριού κουνελιών μιλούσαν κατόπιν γιά κάτι, σάν άσπρο χιόνι, πού τό αρσενικό κουνέλι εκτόξευσε πρός τή σύντροφό του! Οπλισμένος, λοιπόν, με τις συμβουλές του Ερμή, ο Οδυσσέας μπαίνει στό παλάτι τής Κίρκης. Η Κίρκη, μέ όλη τήν αυτοπεποίθηση τής έμπειρης μάγισσας, τού προσφέρει κάθισμα καί μιά κούπα μέ δηλητήριο. Τό αντίδοτο, όμως, τού Ερμή αποδεικνύεται αποτελεσματικό, καί ή Κίρκη αποτυγχάνει.
Βλέποντας πώς τά μάγια της είναι ανίσχυρα, επιστρατεύει τή γυναικεία γοητεία καί προσκαλεί τόν Οδυσσέα στήν κλίνη της. Ο ήρωας όμως αρνείται, άν δέν δεί πρώτα νά λύνονται τά μάγια πού δένουν τούς συντρόφους του. Παρακολουθούμε, τώρα, μιά νέα μαγγανεία, γιά νά λυθούν τά μάγια αυτήν τή φορά (Οδύσσεια κ, 388-399): Σάν είπα τούτα, ή Κίρκη εκκίνησε, περνώντας τό παλάτι, μέ τό ραβδί στό χέρι, κι άνοιξε τή χοιρομάντρα, κι όξω τούς έβγαζε, ,καί μοιάζαν όλοι τους μ' εννιά χρονώ θρεφτάρια. Κι αντικριστά καθώς εστάθηκαν, εκείνη, ανάμεσά τους περνώντας, τόν καθέναν άλειβε μέ μπάλσαμο καινούργιο, κι οι τρίχες πέφτανε από πάνω τους, που απ' το καταραμένο τής τρανής Κίρκης μαγιοβότανο τούς είχαν ξεφυτρώσει. Και πήραν όψη πάλι ανθρώπινη κι ομπρός σου τους θωρούσες πιό νιούς καί πιό τρανούς καί πιό όμορφους πολύ, παρ' ό,τι πρώτα. Κ ευτύς μέ γνώρισαν καί μού 'σφιγγαν τό χέρι, κι ώς τού θρήνου μας έπνιξε ο καημός, ολόγυρα το σπίτι αντιλαλούσε βαριά άπ' τούς βόγγους, τόσο πού 'νιωσε ή ίδια ή θεά συμπόνια. Τά μάγια λύνονται καί ή Κίρκη καλεί τόν Οδυσσέα (ο. π., κ, 400- 405) νά πάει νά φέρει καί τούς άλλους συντρόφους του, πού είχαν μείνει στήν παραλία. Τόν προσκαλεί νά χαρεί τό παρόν (ο. π., κ, 449- 466) καί τόν συμβουλεύει νά ζητήσει χρησμό από τόν Τειρεσία, στόν Άδη (ο. π., κ, 487-545). Κατόπιν, φέρνει στό πλοίο τά ζώα τής θυσίας (ο. π., κ, 571-574).
Ή περιπέτεια τελειώνει μέ νέο θαύμα τής μάγισσας. Γιά νά βοηθήσει τό ταξίδι τού Οδυσσέα πρός τή χώρα τών Κιμμερίων, στέλνει άνεμο ευνοϊκό: Ξοπίσω από τό γαλαζόπλωρο καράβι, πρίμο αγέρι, σταλμένο από την ωριοπλέξουδη, την ανθρωπολαλούσα θεά, τήν Κίρκη, σύντροφος καλός μάς προβοδούσε. Κι ως τα' άρμενα του πλοίου συντάξαμε, καθόμασταν, τι εκείνο καλά τό κυβερνούσαν ό άνεμος κι ό τιμονιέρης μόνο. Μετά τό επεισόδιο μέ τήν Κίρκη, ακολουθεί ή κάθοδος στόν Άδη, ή Ν έ κ υ ι α (Οδύσσεια λ, 7-640), υπογραμμίζοντας μέ αυτόν τόν τρόπο τούς δεσμούς πού συνέδεαν τούς έλληνες μάγους μέ τόν κόσμο τών νεκρών.
 Όταν όμως ή φοβερή αυτή δοκιμασία θά λάβει τέλος, ή Κίρκη θα συμπεριφερθεί στους ήρωες σαν ευεργέτρια: Στη ραψωδία μ, στ. 1-152, υποδεικνύει στόν Οδυσσέα τό δρόμο τής επιστροφής, τόν εξορκίζει νά μήν προκαλέσει τή Σκύλλα, τού δίνει αμέτρητες συμβουλές και, τέλος, προτού τον αποχωριστεί, στέλνει ούριο άνεμο στα πανιά του.
 Οι πολλαπλές αυτές παρεμβάσεις της εξηγούν γιατί, στή ραψωδία ψ, στ. 321, ό ποιητής υπενθυμίζει πώς ό Οδυσσέας, τή μέρα πού έφθασε στήν Ιθάκη, μιλώντας στήν Πηνελόπη γιά τήν Κίρκη, «τίς πονηριές ακόμα ιστόρησε καί τίς περίσσιες τέχνες»... Όπως ό ίδιος, και η Κίρκη χαρακτηρίζεται πολυμήχανη, «πλούσια σε επινοήσεις» δηλαδή. Η σύνθετη προσωπικότητα τής Κίρκης διαφαίνεται ήδη από τήν κατοικία της. Η οργάνωση ενός νοικοκυριού ή η διευθέτηση ενός κήπου αποκαλύπτουν το χαρακτήρα του ανθρώπου, και ο Όμηρος τό γνώριζε καλά.
Τό μέρος όπου διάλεξε νά ζήσει καί ή διάταξη τής κατοικίας της περιγράφονται ίσως συνοπτικά, αλλά αποκαλύπτουν πολλά γιά την αντιφατική αυτή μορφή, πού οί σύντροφοι τού Οδυσσέα δέν ξέρουν άν πρέπει νά τήν αποκαλούν «γυναίκα» «Θεά» Όπως παρατηρεί Victor Berard «τό επεισόδιο εκτυλίσσεται σέ δύο σκηνικά: στίς απόκρημνες ακτές καί στό ναό, στό εσωτερικό.

Τό καράβι έρχεται νά αράξει στήν παραλία, οδηγημένο από τό χέρι θεού. Η κορυφή ενός βράχου μοιάζει θαυμάσιο παρατηρητήριο. Ο Οδυσσέας σκαρφαλώνει καί αντικρίζει, ζωσμένη από τή θάλασσα, μιά έκταση όλο δάση καί χαμόδεντρα. Στή βάση τού βράχου κυλάει ένα ποταμάκι, όπου πάνε τα ελάφια να ξεδιψάσουν. Πέρα από τα δάση και τά χαμόδεντρα, στό βάθος τής πεδιάδας, σέ μιά μικρή κοιλάδα, βρίσκεται σφηνωμένος ο ιερός οίκος , ο ναός μιας θεάς, τον οποίο περιτριγυρίζουν εξημερωμένα θηρία. Κι εκεί, στούς πρόποδες τών πρώτων λόφων, πρός τό εσωτερικό, οί Ρωμαίοι θά χτίσουν, καί αυτοί, ναό, προς τιμήν της Fereonia, της θεάς των θηρίων».
Πράγματι, ο Οδυσσέας περιγράφει, με λιτότητα τό τοπίο πού αντίκρισε από τήν κορυφή του βράχου, εκεί όπου προσορμίστηκε τόσο δύσκολα, ώστε χρειάστηκε νά παρέμβει θεός γιά νά οδηγήσει τό πλοίο: Κι ώς στάθηκα σέ βίγλα απόγκρεμη ψηλά, γιά ν' αγναντέψω, σάν νά μού 'φάνη άπ' τήν πλατύδρομη τή γή καπνός νά βγαίνει, τής Κίρκης τό παλάτι, ανάμεσα σέ δάση καί ρουμάνια. Τό μέρος παρουσιάζεται ώς ή «νήσος Αία», ονοματοποιία, πως φαίνεται, επιφωνήματος πόνου.
Σήμερα, ένα σύγχρονο τοπωνύμιο, τό Monte Circeo, διαιωνίζει τό όνομα τής Κίρκης, πού στά ελληνικά σημαίνει «γερακίνα», γιά νά υπογραμμιστεί ακόμη εντονότερα ή κακοποιός δραστηριότητα αυτής τής μάγισσας, πού κυνηγάει καί αιχμαλωτίζει ανθρώπους. Τό τοπωνύμιο, βέβαια, μπορεί νά υποδηλώνει απλώς τον άγριο και απόμερο χαρακτήρα της τοποθεσίας. Το Monte Circeo βρίσκεται είκοσι περίπου χιλιόμετρα νότια τής Ρώμης, ανάμεσα στίς κωμοπόλεις Sabaudia πρός βορράν καί Terracine πρός νότον. Στίς μέρες μας, τό νησί έχει μετατραπεί σέ χερσόνησο, πού δεσπόζει στή χαμηλή παραλία τών Ποντίνων Βάλτων. Τά απόκρημνα βράχια τών ακτών αυτής τής χερσονήσου είναι διάτρητα από σπηλιές. Οί αμμόλοφοι της ονομάζονται σήμερα Tumeleti di Terracine. Πάνω από έναν τέτοιο βράχο αμμόλοφο θά είδε καί ό Οδυσσέας τον καπνό που έβγαινε από το σπίτι της Κίρκης.
 Ή μάγισσα ζή λοιπόν σέ φυσικό, άγριο, απόμακρο περιβάλλον, σ' ένα είδος καταφυγίου για οικολόγους. Για τις δουλειές του σπιτιού, διευκρινίζει ό ποιητής, διέθετε υπηρετικό προσωπικό: Τήν ώρα τούτη βάγιες τέσσερις συγύριζαν τό σπίτι. Τις είχε η Κίρκη στο παλάτι της να κάνουν τις δουλειές της, όλες ξωθιές, από ανεβάλλουσες καί δάση γεννημένες κι από ποτάμια αγνά, στις θάλασσες να τρέχουν τα νερά τους. Τό σπίτι είναι κρυμμένο σέ μιά στενή κοιλάδα, μοναχικό. Ή βλάστηση είναι φυσική, αφού ή Κίρκη βρίσκει τά πρινοβέλανα, τά βελανίδια και τα κράνα που πετάει στους χοίρους. Το σπίτι διαθέτει ακόμη τυρί, σιτάρι, μέλι καί κρασί (εισαγωγής, φερμένο από τήν Πράμνη της Ικαρίας — τή σημερινή Νικαριά τών Κυκλάδων), συστατικά απαραίτητα γιά τήν παρασκευή τού μαγικού φίλτρου. Τό ίδιο τό σπίτι τής Κίρκης θά πρέπει νά ξένιζε τούς επισκέπτες. Σέ μιά περιοχή μέ δάση καί χαμόδεντρα, όπου Θά περίμενε κανείς να συναντήσει μόνο ξύλινες παράγκες, ή μάγισσα διαθέτει μέγαρο «πετροπελεκητό», σπίτι μέ λαμπρή θύρα καί σκεπαστό πρόπυλο. Αυτή ή οικοδομή μέ τούς καλοπελεκημένους καί λειασμένους λίθους, σε περιβάλλον όπου λύκοι καί λιοντάρια χοροπηδούσαν σάν πιστά σκυλιά, δέν μπορούσε νά ανήκει σέ συνηθισμένο άνθρωπο. Κι όμως ή Κίρκη θυμίζει χαριτωμένη χωριατοπούλα. Όχι μόνον είναι καλή νοικοκυρά, αλλά ζη όπως κάθε τίμια γυναίκα, χωρίς να βγαίνει από το σπίτι της. Εξαιρετική υφάντρα, τραγουδάει θαυμάσια καί περιποιείται ή ίδια τά γουρούνια της. Μαγειρεύει υπέροχα καί καταλαβαίνουμε εύκολα πως είναι ικανή να προσθέσει φαρμάκι στο φαγητό που ετοιμάζει, χωρίς κανείς νά αντιληφθεί τό παραμικρό. Όχι μόνο γνωρίζει καί τιμάει τους νόμους της φιλοξενίας, αλλά μπορεί να φερθεί ακόμη πιο γενναιόδωρα. Καί συνδυάζει τίς αρετές τής ανέμελης ζωής μέ την αυστηρή τήρηση τών τελετουργικών κανόνων.
Τή στιγμή πού σαλπάρει τό καράβι, φέρνει μιά μαύρη προβατίνα καί ένα κριάρι, γιά τη θυσία. Διατηρεί όμως ύποπτες σχέσεις μέ τόν μάντη Τειρεσία και τον κάτω κόσμο. Οι σύντροφοι του Οδυσσέα θα πρέπει, άλλωστε, να ήταν στ' αλήθεια αφελείς, γιά νά μήν εκπλαγούν μέ τίς τόσες ναυτικές γνώσεις μιάς στεριανής, πού σχεδιάζει τήν πορεία τους, τούς στέλνει ευνοϊκό άνεμο καί τούς συμβουλεύει πώς νά αποφύγουν τούς κινδύνους τού ταξιδιού. Είναι ίσως δύσκολο νά καταλάβει κανείς, μέ τήν πρώτη ματιά, πώς πρόκειται γιά μάγισσα.
Ορισμένες, ωστόσο, ενδείξεις είναι σαφείς: η οικειότητα της με τα θηρία, η επιδεξιότητα της, η σαγήνη τής φωνής της, τό ραβδί, τέλος, μέ τό οποίο χτυπάει όσους έχει φαρμακώσει. Το μαγικό ραβδί, το σήμα κατατεθέν της νεράιδας, πρωτοεμφανίζεται ίσως εδώ. Ο Α.J. Festugiere υπενθυμίζει πώς οί μάγοι χρησιμοποιούσαν συνήθως εβένινο ραβδί (ό Όμηρος δέν διευκρινίζει τό είδος του ξύλου) και αναφέρει, ως παράδειγμα, τους δυο μάγους στις νωπογραφίες τού Mithreum στά Δούρα-Εύρωπος τής Συρίας, πού κρατούν, στό δεξί τους χέρι, ό ένας μαύρο μπαστούνι καί ό άλλος μαύρο ραβδί.
Αλλά, καί στήν παραδοσιακή εικονογραφία, ό Ερμής εικονίζεται συνήθως με ραβδί. Εκτός όμως από αυτή τήν έν ενεργεία μάγισσα, συναντούμε στήν Οδύσσεια καί μιά μάγισσα έν δυνάμει: τήν Καλυψώ. Καί μόνο το όνομα της είναι αποκαλυπτικό, αφού σημαίνει «θα καλύψω». Κατά τόν Όμηρο, είναι κόρη τού Άτλαντα, κατ' άλλους όμως μύθους είναι κόρη του Ηλίου και της Πέρσης, αδελφή δηλαδή της Κίρκης καί τού Αιήτη.
 Όπως ή Κίρκη, ζή καί αυτή σέ απόμακρο μέρος, πού ορισμένοι τοποθετούν στη χερσόνησο Θέουτα, στην αλγερινή ακτή, απέναντι από τό Γιβραλτάρ. Εκεί βρίσκεται πράγματι μιά σπηλιά μέ τέσσερις πηγές, που θυμίζει έντονα το άντρο στην κατοικία της Κίρκης. Ή Καλυψώ έχει, άλλωστε, πολλά κοινά γνωρίσματα μέ τήν Κίρκη.
Κατοικεί μόνη, σε άγριο φυσικό τοπίο, που το επισκέπτονται μόνο πουλιά. Διαθέτει καί αυτή όμορφες πλεξούδες, μελωδική φωνή και ταλέντο στην υφαντική. Κατά κάποιον τρόπο είναι θεά, ειδική στή ναυσιπλοΐα, ικανή νά βοηθήσει προσωπικά τόν Οδυσσέα στήν κατασκευή της σχεδίας με την οποία θα ανοιχτεί στο πέλαγος. Ξέρει νά δείχνει συμπόνια καί βοηθάει τόν αιχμάλωτο Οδυσσέα να συνεχίσει το δρόμο του. Ξέρει να παρασκευάζει ένα θεϊκό, αν όχι μαγικό ποτό, αφού αναμειγνύει αμβροσία καί νέκταρ τό ποτό των θεών.
Όπως η Κίρκη, τέλος, ερωτεύεται και αυτή τον Οδυσσέα. Καθ' όλη τή διάρκεια αυτής τής αφήγησης πού φέρνει στό προσκήνιο την Καλυψώ διαισθάνεται κανείς πως η περιπαθής αυτή γυναίκα πρέπει νά διέθετε μαγικές ικανότητες. Δηλώνει άλλωστε καί ή ίδια πώς είχε υποσχεθεί στόν Οδυσσέα «νά τού χαρίσει αθανασία κι αιώνια νεότητα». Αργότερα, ο Πελίας θα πληρώσει με τη ζωή του μιάν ανάλογη υπόσχεση τής Μήδειας. Ή Καλυψώ βεβαιώνει ακόμη τόν 'Οδυσσέα πώς θά σηκώσει, γιά χατίρι του, ευνοϊκό άνεμο: Κι άνεμο θά στείλω πρίμο, πίσω νά φτάσεις, άβλαβος στή γή τήν Πατρική σου.
Οι μαγικές της ικανότητες προσδίδονται διακριτικά από μιά λέξη τού ποιητή. Πρόκειται γιά τό ρήμα θέλγειν πού χρησιμοποιεί ό Όμηρος γιά νά χαρακτηρίσει τήν επιρροή πού ασκούν τά παραπειστικά και καθησυχαστικά λόγια της στόν Οδυσσέα, τίς συνεχείς προσπάθειές της νά τόν κάνει νά λησμονήσει τήν Ιθάκη: Νά τόν πλανέσει μέ τά λόγια της πασκίζει τήν Ιθάκη γιά νά τού βγάλει από τή θύμηση. Τό ίδιο αυτό ρήμα χρησιμοποιεί καί ό Ερμής γιά νά πείσει τον Οδυσσέα πως χάρις στο βότανο μώλυ, η Κίρκη δεν θα μπορέσει να τόν μαγέψει (Αλλ' ούδ' ώς θέλγαι σε δυνήσεται». Το ρήμα «θέλγω» αποτελεί χαρακτηριστικό όρο τού λεξιλογίου τής μαγείας. Τέτοιες είναι οί ομηρικές μάγισσες, γυναίκες μέ βίαια πάθη, πολυμήχανες, καλλιεργημένες, αποσυρμένες στη φύση, στο περιθώριο τής κοινωνίας. Έχουν θεϊκή καταγωγή καί διακρίνονται γιά την ομορφιά καί τά χαρίσματά τους.
Οι επιγραφές όμως θά μάς πληροφορήσουν πώς υπήρξαν καί άλλοι μάγοι καί μάγισσες, κάτοικοι των πόλεων καί καταγωγής πολύ πιό ταπεινής. Τό ομηρικό πρότυπο τής μάγισσας, όπως τό ενσαρκώνει κυρίως η Κίρκη, ταιριάζει άραγε και στη Μήδεια, τη μάγισσα που προίκισε ό Ευριπίδης μέ τόσο ισχυρή προσωπικότητα; Θά στηριχτούμε στην ομώνυμη τραγωδία τού Ευριπίδη γιά νά αναζητήσουμε απάντηση στο ερώτημα, χωρίς νά λησμονούμε πώς καί ό Πίνδαρος, ό Σοφοκλής, και αργότερα ο Απολλώνιος ο Ρόδιος, προσπάθησαν να δώσουν ζωή σε αυτή τήν εντελώς ξεχωριστή γυναίκα, πού κατέληξε νά γίνει μάγισσα, ικανή γιά τά πάντα.
Πηγή: Έλληνες μάγοι, Αντρέ Μπερνάρντ, εκδ. ΕΣΤΙΑ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου